Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ο μεταβυζαντινός Ι. Ναός του Αγίου Βασιλείου στον Άγιο Ευστράτιο

  Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός Αγίου Βασιλείου, βρίσκεται στο κέντρο του ερειπιώνα του παλαιού οικισμού της νήσου Αγίου Ευστρατίου και αποτελεί έναν από τους παλαιότερους ναούς του νησιού ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο ήδη από το 2000.Το μνημείο, εμβαδού 53,90 τ.μ. και μέγιστου ύψους 6,70μ., ανεγέρθηκε με εγχώριους λίθους το 1727 σύμφωνα με μαρμάρινη επιγραφή που βρίσκεται εντοιχισμένη στη δυτική εξωτερική όψη. Αρχιτεκτονικά το κτίσμα ακολουθεί τον τύπο του συνεπτυγμένου σταυροειδή με τρούλο δίχως αψίδα στο ιερό. Η δίρριχτη στέγη του καλύπτεται με σχιστολιθικές πλάκες  ενώ ο τρούλος με κεράμους. Δύο θύρες, μια τοξωτή στα δυτικά και μια μικρότερη στα νότια, εξυπηρετούν την είσοδο των προσκυνητών. Εσωτερικά, ο κύριος λατρευτικός χώρος αποτελείται από ένα μόνο κλίτος (μονόκλιτος) που στη δυτική πλευρά του συμπληρώνεται με εσωνάρθηκα. Ξύλινο τέμπλο με λιτή διακόσμηση  που διατηρείται από την περίοδο ίδρυσης του κτιρίου, διαχωρίζει τον Κυρίως Ναό από το Ιερό Βήμα. Από τις δεσποτικές εικόνες που είναι σύγχρονες του φέροντος οργανισμού του τέμπλου, ξεχωρίζουν αυτή της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας του Ένθρονου Χριστού και του Αγίου Βασιλείου.

Οι αρχαιολογικές εργασίες στο πλαίσιο του έργου αποκατάστασης του μεταβυζαντινού Ι.Ν. Αγίου Βασιλείου στην νήσο Αγίου Ευστρατίου.

Από το 2022 βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες αποκατάστασης του μνημείου με αυτεπιστασία από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου

Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκαν καθαρισμοί και αποχωματώσεις αρχικά στον περιβάλλοντα χώρο του για την εξυπηρέτηση των αναγκών του εργοταξίου και για την πρόσβαση σε αυτό. Από τις εν λόγω εργασίες. αποκαλύφθηκαν θεμέλια οικιών του παλαιού οικισμού και εντοπίστηκαν τρία λιθόστρωτα μονοπάτια (καλντερίμια) που οδηγούν στο μνημείο τα οποία αποκαταστάθηκαν. Επιπλέον, περισυλλέχθηκε ικανός αριθμός κινητών ευρημάτων (κεραμική, λίθινα εργαλεία, νομίσματα, αντικείμενα από μέταλλο και γυαλί) που μαρτυρούν την αδιάλειπτη χρήση του χώρου από τους μυκηναϊκούς ως τους νεότερους χρόνους.

      Από τα ευρήματα αυτά, ξεχωρίζουν ένα χάλκινο νόμισμα της Μύρινας από την ύστερη κλασική περίοδο, ένα χάλκινο αγκίστρι αλιείας, αλλά και μια αιχμή από βέλος «κρητικού» τύπου, κατασκευασμένη και αυτή από χαλκό ενώ ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η κεραμική της μεταβυζαντινής/οθωμανικής περιόδου(16ος - μέσα 20ου αιώνα) από περιώνυμα κέντρα παραγωγής αγγείων της εποχής (Ιζνίκ, Κιουτάχεια, Τσανάκκαλε, Λιγουρία, Αγγλία, Σκύρος, Λέσβος), που τεκμηριώνει αφενός, τον τελευταίο εποικισμό του νησιού το 1540 και αφετέρου την έντονη εμπορική δραστηριότητα των κατοίκων με γειτονικά νησιά τα απέναντι μικρασιατικά παράλια και την Δύση.

   Ακολούθως, στο πλαίσιο της εκπόνηση στατικής μελέτης του ίδιου του μνημείου, διερευνήθηκε με τη μέθοδο των δοκιμαστικών τομών, η θεμελίωση και το υπέδαφος στο οποίο είναι ιδρυμένο. Όπως διαπιστώθηκε από τη διαδικασία αυτή, ο ναός έχει θεμελιωθεί πάνω στον φυσικό βράχο (πουρί) ενώ προέκυψαν σημαντικά στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι ο εσωνάρθηκας και ο αύλειος χώρος στα νότια και τα δυτικά, στην υφιστάμενη στάθμη, αποτελούν μεταγενέστερες της ίδρυσης του ναούεπεμβάσεις, και ανάγονται στις αρχές του 20ου αιώνα. Ξεχωριστό ενδιαφέρον, παρουσιάζουν τα ευρήματα από το δάπεδο του εσωνάρθηκα, η κεραμική και τρία ανθρώπινα κρανία, προφανώς ανακομιδή, σημαινόντων ατόμων, ενδεχομένως οι κτήτορες ή οι ιερείς του ναού.

   Το μνημείο όμως, δε σταμάτησε μας αποκαλύπτει τα «μυστικά» του, αφού  εντός και εκτός του Ιερού Βήματος εντοπίστηκαν δύο επιχωμένα χωνευτήρια, το πρώτο στο εσωτερικό του, στο ΒΑ τμήμα της Πρόθεσης, και το δεύτερο στον νότιο αύλειο χώρο,εξωτερικά του Διακονικού. Και τα δύο, με μορφή φρεατίου, είχαν κατασκευαστεί σε επαφή με τις τοιχοποιίες του κτιρίου. Στο εσωτερικό τους, βρέθηκαν σκευή και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν στην τέλεση των ιερών μυστηρίων και απορρίφθηκαν στα χωνευτήρια, όταν έπαψε η χρήση τους λόγω της φθοράς τους. Πρόκειται γιαχάλκινα νομίσματα, θραύσματα από γυάλινες καντήλες, επτά ακέραια ή σχεδόν ακέραια αγγεία, φιάλες, δοχεία, αλλά και όστρακα άβαφης, γραπτής και εφυαλωμένης κεραμικής. Χαρακτηριστικότερα είναι οι κανάτες και το πινάκιο με πράσινη μονόχρωμη εφυάλωση, πινάκια από αγγειοπλαστεία του Τσανάκκαλε, κούπα καφέ από την Κιουτάχεια και μια κανάτα με γραπτό διάκοσμο από τη Σκύρο. Τα ευρήματα χρονολογούνται στην περίοδο από τις αρχές του 18ου έως και τα μέσα του 20ου αιώνα, δηλαδή στην περίοδο λειτουργίας του ναού.

      Εκτός από τις διερευνητικές τομές στο δάπεδο του ναού και του αύλειου χώρου του, σημαντικά στοιχεία προήλθαν και από τον καθαρισμό των τοιχοποιιών και στις δύο όψεις του μνημείου αφού αποκαλύφθηκαν κατασκευές και υπολείμματα από τα ιστορικά κονιάματα που τεκμηριώνουν τις οικοδομικές φάσεις και την λειτουργία του μνημείου. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν ιστορικά κονιάματα σε διάφορα τμήματα των τοιχοποιιών, ένα ανακουφιστικό τόξο στην εξωτερική νότια όψη της τοιχοποιίας, και μια κρυπτή φύλαξης ιερών λειψάνων στην τοιχοποιία, κάτω από την Αγία Τράπεζα. Επιπλέον, ευρήματα με ξεχωριστό ενδιαφέρον, χαρακτηρίζονται τα  έξι υδροφόρα αγγεία για την ενίσχυση του ήχου που βρέθηκαν εντοιχισμένα στις τοιχοποιίες, τέσσερα απ’ αυτά στα σφαιρικά τρίγωνα του Κυρίως Ναού και τα υπόλοιπα στο Ιερό, πάνω από την Πρόθεση και το Διακονικό.  Ένα ακόμη ένα υδροφόρο αγγείο σε δεύτερη χρήση βρέθηκε στην κορυφή του τρούλου, στο οποίο στηρίχθηκε ο σιδερένιος σταυρός της επίστεψης του ναού. Τα αγγεία αυτά ανήκουν στον κοινό τύπο αιγαιακής στάμνας ή κανάτας τύπου ιμπρίκ, του 18ου αιώνα, και συνδέονται με την πρώτη οικοδομική φάση του μνημείου.

     Στο πλαίσιο του έργου αποκατάστασης του Ι.Ν. του Αγίου Βασιλείου, περιλαμβάνεται και η δημιουργία πολιτιστικών διαδρομών με πινακίδες πληροφόρησης και ψηφιακά μέσα, με στόχο την ανάδειξη της ιστορικής και πολιτισμικής συνέχειας στο νησί. Στις διαδρομές αυτές θα παρουσιαστούν και θα αναδειχθούν πλήθος θέσεων, άλλες ήδη γνωστές και άλλες που εντοπίστηκαν πρόσφατα σε αυτοψίες της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου, που τεκμηριώνουν την αδιάλειπτη κατοίκιση στο ακριτικό νησί από την προϊστορία έως και τους νεότερους χρόνους με έμφαση στα μνημεία που σχετίζονται με τη χριστιανική λατρεία όπως στα ξωκλήσια, τα μετόχια του Αγίου Όρους και τους ναούς εντός του οικισμού.